Home
Search
Index
Definify.com
Definition
2025
Δευτερονομίου
Δευτερονομίου
Greek
Proper noun
Δευτερονομίου
•
(
Defteronomíou
)
n
Genitive
singular
form of
Δευτερονόμιο
(
Defteronómio
)
.
Similar Results