Home
Search
Index
Definify.com
Definition
2025
αντικαταστατριών
αντικαταστατριών
Greek
Noun
αντικαταστατριών
•
(
antikatastatrión
)
f
Genitive
plural
form of
αντικαταστάτρια
(
antikatastátria
)
.
Similar Results