Definify.com

Definition 2024


απείθεια_κατά_της_αρχής

απείθεια κατά της αρχής

Greek

Noun

απείθεια κατά της αρχής (apeítheia katá tis archís) f

  1. civil disobedience

Declension

see: απείθεια (apeítheia)

Synonyms