Home
Search
Index
Definify.com
Definition
2024
αποφασιστικότητας
αποφασιστικότητας
Greek
Noun
αποφασιστικότητας
•
(
apofasistikótitas
)
f
Genitive
singular
form of
αποφασιστικότητα
(
apofasistikótita
)
.
Similar Results