Home
Search
Index
Definify.com
Definition
2024
βάση_δεδομένων
βάση δεδομένων
Greek
Noun
βάση
δεδομένο
•
(
vási dedoméno
)
f
(
plural
βάσεις δεδομένων
)
database
Declension
see:
βάση
(
vási
)
and
δεδομένο
(
dedoméno
)
Similar Results