Definify.com

Definition 2024


δέκατος_τρίτος

δέκατος τρίτος

Greek

Adjective

δέκατος τρίτος (dékatos trítos) m (feminine δέκατη τρίτη, neuter δέκατο τρίτο)

  1. (ordinal) thirteenth (13th)

Related terms

See also

  • Greek number and measurement