Definify.com
Definition 2024
διαφήμιση
διαφήμιση
Greek
Noun
διαφήμιση • (diafímisi) f (plural διαφημίσεις)
- advertisement (commercial solicitation)
- publicity (advertising or other activity designed to rouse public interest in something)
Declension
declension of διαφήμιση
singular | plural | |
---|---|---|
nominative | διαφήμιση | διαφημίσεις |
genitive | διαφήμισης / διαφημίσεως | διαφημίσεων |
accusative | διαφήμιση | διαφημίσεις |
vocative | διαφήμιση | διαφημίσεις |