Definify.com

Definition 2024


εκτελεστικό_απόσπασμα

εκτελεστικό απόσπασμα

Greek

Noun

εκτελεστικό απόσπασμα (ektelestikó apóspasma) n (plural εκτελεστικά αποσπάσματα)

  1. firing squad