Definify.com

Definition 2024


ηλεκτροσυγκόλληση

ηλεκτροσυγκόλληση

Greek

Noun

ηλεκτροσυγκόλληση (ilektrosynkóllisi) f (plural ελεκτροσυγκολλήσεις)

  1. (engineering) arcwelding (welding using an electrical arc)

Declension

Related terms