Definify.com

Definition 2024


ηλιακός_θερμοσίφωνας

ηλιακός θερμοσίφωνας

Greek

Noun

ηλιακός θερμοσίφωνας (iliakós thermosífonas) m (plural ηλιακοί θερμοσίφωνες)

  1. solar water heater