Definify.com
Definition 2024
καφετέρια
καφετέρια
See also: καφετερία
Greek
Alternative forms
- καφετερία f (kafetería)
Noun
καφετέρια • (kafetéria) f (plural καφετέριες)
Declension
declension of καφετέρια
singular | plural | |
---|---|---|
nominative | καφετέρια | καφετέριες |
genitive | καφετέριας | καφετεριών |
accusative | καφετέρια | καφετέριες |
vocative | καφετέρια | καφετέριες |
Related terms
- καφενείο (kafeneío, “kafenio, cafe”)
- and see: καφές m (kafés, “coffee”)