Definify.com

Definition 2024


ολοκληρωμένα_κυκλώματα

ολοκληρωμένα κυκλώματα

Greek

Noun

ολοκληρωμένα κυκλώματα (olokliroména kyklómata) n

  1. Plural form of ολοκληρωμένο κύκλωμα (olokliroméno kýkloma).