Definify.com
Definition 2025
ουρακοτάγκος
ουρακοτάγκος
Greek
Alternative forms
- ουραγκοτάγκος m (ourankotánkos)
- ουρακοτάνγκος m (ourakotánnkos)
- οραγκουτάγκος m (orankoutánkos)
Noun
ουρακοτάγκος • (ourakotánkos) m (plural ουρακοτάγκοι)
Declension
declension of ουρακοτάγκος
singular | plural | |
---|---|---|
nominative | ουρακοτάγκος | ουρακοτάγκοι |
genitive | ουρακοτάγκου | ουρακοτάγκων |
accusative | ουρακοτάγκο | ουρακοτάγκους |
vocative | ουρακοτάγκε | ουρακοτάγκοι |
External links
- ουρακοτάγκος on the Greek Wikipedia.Wikipedia el