Definify.com
Definition 2025
συνεργασία
συνεργασία
Greek
Noun
συνεργασία • (synergasía) f (plural συνεργασίες)
Declension
declension of συνεργασία
| singular | plural | |
|---|---|---|
| nominative | συνεργασία | συνεργασίες |
| genitive | συνεργασίας | συνεργασιών |
| accusative | συνεργασία | συνεργασίες |
| vocative | συνεργασία | συνεργασίες |