Definify.com
Definition 2024
τηγανιτή_πατάτα
τηγανιτή πατάτα
Greek
Alternative forms
- τηγανητή πατάτα (tiganití patáta)
Noun
τηγανιτή πατάτα • (tiganití patáta) f (plural τηγανιτές πατάτες)
Usage notes
- Usually used in the plural: τηγανιτές πατάτες (tiganités patátes, “chips, french fries”)
Related terms
- πατατάκι n (patatáki, “potato crisp (UK), chip (US)”)
- and see: τηγάνι n (tigáni, “frying pan”)