Definify.com

Definition 2024


τηγανιτή_πατάτα

τηγανιτή πατάτα

Greek

Alternative forms

Noun

τηγανιτή πατάτα (tiganití patáta) f (plural τηγανιτές πατάτες)

  1. chip, french fry, fry

Usage notes

Related terms