Definify.com
Definition 2025
υδατοφράχτης
υδατοφράχτης
Greek
Noun
υδατοφράχτης • (ydatofráchtis) m (plural υδατοφράχτες)
- Alternative form of υδατοφράκτης (ydatofráktis)
Declension
declension of υδατοφράχτης
singular | plural | |
---|---|---|
nominative | υδατοφράχτης | υδατοφράχτες |
genitive | υδατοφράχτη | υδατοφρχτών |
accusative | υδατοφράχτη | υδατοφράχτες |
vocative | υδατοφράχτη | υδατοφράχτες |