Definify.com

Definition 2024


φωτογραφική_μηχανή

φωτογραφική μηχανή

Greek

Noun

φωτογραφική μηχανή (fotografikí michaní) f (plural φωτογραφικές μηχανές)

  1. (photography) camera (usually for still photographs)

Declension

see: φωτογραφική (fotografikí) and μηχανή (michaní)

Synonyms

  • κάμερα f (kámera) (but usually for movies)
  • εικονοληπτική μηχανή f (eikonoliptikí michaní)

Coordinate terms

External links