Definify.com
Definition 2025
αερομαχία
αερομαχία
Greek
Noun
αερομαχία • (aeromachía) f (plural αερομαχίες)
Declension
declension of αερομαχία
singular | plural | |
---|---|---|
nominative | αερομαχία | αερομαχίες |
genitive | αερομαχίας | αερομαχιών |
accusative | αερομαχία | αερομαχίες |
vocative | αερομαχία | αερομαχίες |
External links
- αερομαχία on the Greek Wikipedia.Wikipedia el