Definify.com
Definition 2025
ανάμνηση
ανάμνηση
Greek
Noun
ανάμνηση • (anámnisi) f (plural αναμνήσεις)
Declension
declension of ανάμνηση
| singular | plural | |
|---|---|---|
| nominative | ανάμνηση | αναμνήσεις |
| genitive | ανάμνησης / αναμνήσεως | αναμνήσεων |
| accusative | ανάμνηση | αναμνήσεις |
| vocative | ανάμνηση | αναμνήσεις |