Definify.com
Definition 2024
αναδιάρθρωση
αναδιάρθρωση
Greek
Noun
αναδιάρθρωση • (anadiárthrosi) f (plural αναδιαρθρώσεις)
Declension
declension of αναδιάρθρωση
singular | plural | |
---|---|---|
nominative | αναδιάρθρωση | αναδιαρθρώσεις |
genitive | αναδιάρθρωσης / αναδιαρθρώσεως | αναδιαρθρώσεων |
accusative | αναδιάρθρωση | αναδιαρθρώσεις |
vocative | αναδιάρθρωση | αναδιαρθρώσεις |