Definify.com
Definition 2024
αναπαράσταση
αναπαράσταση
Greek
Noun
αναπαράσταση • (anaparástasi) f (plural αναπαραστάσεις)
Declension
declension of αναπαράσταση
singular | plural | |
---|---|---|
nominative | αναπαράσταση | αναπαραστάσεις |
genitive | αναπαράστασης / αναπαραστάσεως | αναπαραστάσεων |
accusative | αναπαράσταση | αναπαραστάσεις |
vocative | αναπαράσταση | αναπαραστάσεις |
Synonyms
- see: εικόνα f (eikóna, “icon”)