Definify.com
Definition 2024
ανατολικά-βορειοανατολικά
ανατολικά-βορειοανατολικά
Greek
Noun
ανατολικά-βορειοανατολικά • (anatoliká-voreioanatoliká) n pl
See also
- Appendix:Greek compass points
ανατολικά-βορειοανατολικά • (anatoliká-voreioanatoliká) n pl