Home
Search
Index
Definify.com
Definition
2024
αποκωδικοποίησης
αποκωδικοποίησης
Greek
Noun
αποκωδικοποίησης
•
(
apokodikopoíisis
)
f
Genitive
singular
form of
αποκωδικοποίηση
(
apokodikopoíisi
)
.
Similar Results