Home
Search
Index
Definify.com
Definition
2024
αόριστο_άρθρο
αόριστο άρθρο
Greek
Noun
αόριστο
άρθρο
•
(
aóristo árthro
)
n
(
plural
αόριστα άρθρα
)
(
grammar
)
indefinite article
Declension
see:
αόριστος
(
aóristos
)
and
άρθρο
(
árthro
)
See also
Appendix:Greek articles
Similar Results