Home
Search
Index
Definify.com
Definition
2024
βαρώνος
βαρώνος
Greek
Noun
βαρώνος
•
(
varónos
)
m
(
plural
βαρώνοι
,
feminine
βαρώνη
)
Alternative form of
βαρόνος
(
varónos
)
Declension
declension of
βαρώνος
singular
plural
nominative
βαρώνος
βαρώνοι
genitive
βαρώνου
βαρώνων
accusative
βαρώνο
βαρώνους
vocative
βαρώνε
βαρώνοι
Similar Results