Definify.com

Definition 2024


βορειοδυτική

βορειοδυτική

Greek

Adjective

βορειοδυτική (voreiodytikí)

  1. Nominative feminine singular form of βορειοδυτικός (voreiodytikós).
  2. Accusative feminine singular form of βορειοδυτικός (voreiodytikós).
  3. Vocative feminine singular form of βορειοδυτικός (voreiodytikós).