Definify.com
Definition 2024
γειτονιά
γειτονιά
Greek
Noun
γειτονιά • (geitoniá) f (plural γειτονιές)
Declension
declension of γειτονιά
singular | plural | |
---|---|---|
nominative | γειτονιά | γειτονιές |
genitive | γειτονιάς | γειτονιών |
accusative | γειτονιά | γειτονιές |
vocative | γειτονιά | γειτονιές |
Related terms
- see: γείτονας m (geítonas, “neighbour”)