Definify.com
Definition 2025
γραφειοκράτης
γραφειοκράτης
Greek
Noun
γραφειοκράτης • (grafeiokrátis) m
Declension
declension of γραφειοκράτης
| singular | plural | |
|---|---|---|
| nominative | γραφειοκράτης | γραφειοκράτες |
| genitive | γραφειοκράτη | γραφειοκρατών |
| accusative | γραφειοκράτη | γραφειοκράτες |
| vocative | γραφειοκράτη | γραφειοκράτες |
Related terms
- see: γραφειοκρατία f (grafeiokratía)