Home
Search
Index
Definify.com
Definition
2024
γυναικείες_περιτομές
γυναικείες περιτομές
Greek
Noun
γυναικείες
περιτομές
•
(
gynaikeíes peritomés
)
f
Plural
form of
γυναικεία περιτομή
(
gynaikeía peritomí
)
.
Similar Results