Definify.com

Definition 2024


διαδραστικά

διαδραστικά

Greek

Adjective

διαδραστικά (diadrastiká)

  1. Nominative neuter plural form of διαδραστικός (diadrastikós).
  2. Accusative neuter plural form of διαδραστικός (diadrastikós).
  3. Vocative neuter plural form of διαδραστικός (diadrastikós).