Definify.com
Definition 2024
διατροφή
διατροφή
Greek
Noun
διατροφή • (diatrofí) f (plural διατροφές)
- nutrition
- alimentation
- sustenance
- food
- alimony (colloquial)
Declension
declension of διατροφή
singular | plural | |
---|---|---|
nominative | διατροφή | διατροφές |
genitive | διατροφής | διατροφών |
accusative | διατροφή | διατροφές |
vocative | διατροφή | διατροφές |