Definify.com
Definition 2025
ηλεκτρομαγνητισμός
ηλεκτρομαγνητισμός
Greek
Noun
ηλεκτρομαγνητισμός • (ilektromagnitismós) m (plural ηλεκτρομαγνητισμός)
Declension
declension of ηλεκτρομαγνητισμός
singular | plural | |
---|---|---|
nominative | ηλεκτρομαγνητισμός | ηλεκτρομαγνητισμοί |
genitive | ηλεκτρομαγνητισμού | ηλεκτρομαγνητισμών |
accusative | ηλεκτρομαγνητισμό | ηλεκτρομαγνητισμούς |
vocative | ηλεκτρομαγνητισμέ | ηλεκτρομαγνητισμοί |
Synonyms
- ηλεκτρομαγνητική αλληλεπίδραση (ilektromagnitikí allilepídrasi)
- ηλεκτρομαγνητική δύναμη (ilektromagnitikí dýnami)
See also
- Appendix:Greek fundamental interactions (physics)