Definify.com

Definition 2024


κερατοειδής_χιτώνας

κερατοειδής χιτώνας

Greek

Alternative forms

  • κερατοειδής χιτών (keratoeidís chitón)
  • κερατοειδής (keratoeidís)

Noun

κερατοειδής χιτώνας (keratoeidís chitónas) m (plural κερατοειδείς χιτώνες)

  1. cornea