Definify.com
Definition 2024
κεφαλομάντηλα
κεφαλομάντηλα
Greek
Noun
κεφαλομάντηλα • (kefalomántila) n
- Nominative plural form of κεφαλομάντηλο (kefalomántilo).
- Accusative plural form of κεφαλομάντηλο (kefalomántilo).
- Vocative plural form of κεφαλομάντηλο (kefalomántilo).