Definify.com
Definition 2024
κινηματόγραφος
κινηματόγραφος
See also: κινηματογράφος
Greek
Noun
κινηματόγραφος • (kinimatógrafos) m (plural κινηματόγραφοι)
- (colloquial) Alternative form of κινηματογράφος (kinimatográfos)
Declension
declension of κινηματόγραφος
singular | plural | |
---|---|---|
nominative | κινηματόγραφος | κινηματόγραφοι |
genitive | κινηματόγραφου / κινηματογράφου | κινηματόγραφων / κινηματογράφων |
accusative | κινηματόγραφο | κινηματόγραφους / κινηματογράφους |
vocative | κινηματόγραφε | κινηματόγραφοι |