Home
Search
Index
Definify.com
Definition
2024
λεμονάδα
λεμονάδα
Greek
Noun
λεμονάδα
•
(
lemonáda
)
f
(
plural
λεμονάδες
)
lemonade
(
non-carbonated variety
)
Declension
declension of
λεμονάδα
singular
plural
nominative
λεμονάδα
λεμονάδες
genitive
λεμονάδας
λεμονάδων
accusative
λεμονάδα
λεμονάδες
vocative
λεμονάδα
λεμονάδες
Related terms
λεμόνι
n
(
lemóni
,
“
lemon
”
)
λεμονίτα
f
(
lemoníta
,
“
carbonated lemonade
”
)
Similar Results