Home
Search
Index
Definify.com
Definition
2024
μαύρες_τρύπες
μαύρες τρύπες
Greek
Noun
μαύρες
τρύπες
•
(
mávres trýpes
)
f
Plural
form of
μαύρη τρύπα
(
mávri trýpa
)
.
Similar Results