Definify.com
Definition 2024
μεγααιώνας
μεγααιώνας
Greek
Noun
μεγααιώνας • (megaaiónas) m (plural μεγααιώνες)
Declension
declension of μεγααιώνας
singular | plural | |
---|---|---|
nominative | μεγααιώνας | μεγααιώνες |
genitive | μεγααιώνα | μεγααιώνων |
accusative | μεγααιώνα | μεγααιώνες |
vocative | μεγααιώνα | μεγααιώνες |
Synonyms
- αιώνας m (aiónas)
Usage notes
"Proterozoic eon" will be found translated as "Προτεροζωικός αιώνας" and "Προτεροζωικός μεγααιώνας". The form "αιώνας" can mean any long period (age, century, etc) so "μεγααιώνας" - large eon - is often used to make the meaning clear.
External links
- Προτεροζωικός μεγααιώνας on the Greek Wikipedia.Wikipedia el
- Αρχαιοζωικός μεγααιώνας on the Greek Wikipedia.Wikipedia el
- Φανεροζωικός μεγααιώνας on the Greek Wikipedia.Wikipedia el