Home
Search
Index
Definify.com
Definition
2024
μια_φορά_κι_έναν_καιρό
μια φορά κι έναν καιρό
Greek
Adverb
μια
φορά
κι
έναν
καιρό
•
(
mia forá ki énan kairó
)
once upon a time
Similar Results