Definify.com

Definition 2024


μικρά_δαχτυλάκια

μικρά δαχτυλάκια

Greek

Noun

μικρά δαχτυλάκια (mikrá dachtylákia) n

  1. Plural form of μικρό δαχτυλάκι (mikró dachtyláki).