Definify.com
Definition 2024
παιχνιδομηχανή
παιχνιδομηχανή
Greek
Noun
παιχνιδομηχανή • (paichnidomichaní) f (plural παιχνιδομηχανές)
Declension
declension of παιχνιδομηχανή
singular | plural | |
---|---|---|
nominative | παιχνιδομηχανή | παιχνιδομηχανές |
genitive | παιχνιδομηχανής | παιχνιδομηχανών |
accusative | παιχνιδομηχανή | παιχνιδομηχανές |
vocative | παιχνιδομηχανή | παιχνιδομηχανές |
Synonyms
- κονσόλα βιντεοπαιχνιδιού f (konsóla vinteopaichnidioú)
External links
- Κονσόλα βιντεοπαιχνιδιού on the Greek Wikipedia.Wikipedia el