Definify.com
Definition 2024
παρουσιάστρια
παρουσιάστρια
Greek
Noun
παρουσιάστρια • (parousiástria) f (plural παρουσιάστριες, masculine παρουσιαστής)
- (theater, television, radio) presenter, compere, newsreader
Declension
declension of παρουσιάστρια
singular | plural | |
---|---|---|
nominative | παρουσιάστρια | παρουσιάστριες |
genitive | παρουσιάστριας | παρουσιαστριών |
accusative | παρουσιάστρια | παρουσιάστριες |
vocative | παρουσιάστρια | παρουσιάστριες |