Definify.com
Definition 2024
περιστεροτροφεία
περιστεροτροφεία
Greek
Noun
περιστεροτροφεία • (peristerotrofeía) n
- Nominative, accusative and vocative plural form of περιστεροτροφείο (peristerotrofeío).
περιστεροτροφεία • (peristerotrofeía) n