Definify.com
Definition 2024
πρόγνωση
πρόγνωση
Greek
Noun
πρόγνωση • (prógnosi) f (plural προγνώσεις)
Declension
declension of πρόγνωση
singular | plural | |
---|---|---|
nominative | πρόγνωση | προγνώσεις |
genitive | πρόγνωσης / προγνώσεως | προγνώσεων |
accusative | πρόγνωση | προγνώσεις |
vocative | πρόγνωση | προγνώσεις |
See also
- διάγνωση f (diágnosi, “diagnosis”)