Definify.com
Definition 2024
πυραμιδικές
πυραμιδικές
Greek
Adjective
πυραμιδικές • (pyramidikés)
- Nominative feminine plural form of πυραμιδικός (pyramidikós).
- Accusative feminine plural form of πυραμιδικός (pyramidikós).
- Vocative feminine plural form of πυραμιδικός (pyramidikós).