Home
Search
Index
Definify.com
Definition
2024
σενάριο
σενάριο
Greek
Noun
σενάριο
•
(
senário
)
n
(
plural
σενάρια
)
(
drama
,
film
)
script
,
scenario
Declension
declension of
σενάριο
singular
plural
nominative
σενάριο
σενάρια
genitive
σεναρίου
σεναρίων
accusative
σενάριο
σενάρια
vocative
σενάριο
σενάρια
Similar Results