Home
Search
Index
Definify.com
Definition
2024
σκίνος
σκίνος
Greek
Noun
σκίνος
•
(
skínos
)
m
(
plural
σκίνοι
)
Alternative form of
σχίνος
(
schínos
)
Declension
declension of
σκίνος
singular
plural
nominative
σκίνος
σκίνοι
genitive
σκίνου
σκίνων
accusative
σκίνο
σκίνους
vocative
σκίνε
σκίνοι
Similar Results