Home
Search
Index
Definify.com
Definition
2024
στάσεις_λεωφορείων
στάσεις λεωφορείων
Greek
Noun
στάσεις λεωφορείων
•
(
stáseis leoforeíon
)
f
Plural
form of
στάση λεωφορείου
(
stási leoforeíou
)
.
Similar Results