Home
Search
Index
Definify.com
Definition
2024
συμβολαιογράφε
συμβολαιογράφε
Greek
Noun
συμβολαιογράφε
•
(
symvolaiográfe
)
m
Vocative
singular
form of
συμβολαιογράφος
(
symvolaiográfos
)
.
Similar Results