Definify.com
Definition 2025
σύγκρουση
σύγκρουση
Greek
Noun
σύγκρουση • (sýnkrousi) f (plural συγκρούσεις)
Declension
declension of σύγκρουση
singular | plural | |
---|---|---|
nominative | σύγκρουση | συγκρούσεις |
genitive | σύγκρουσης / συγκρούσεως | συγκρούσεων |
accusative | σύγκρουση | συγκρούσεις |
vocative | σύγκρουση | συγκρούσεις |
See also
- σύρραξη (sýrraxi, “conflict, brawl”)